
30-03-08http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_ell_100013_30/03/2008_264576
Γιατί οι μαθητές βαριούνται το σχολείο


Του Απόστολου Λακασα
Το ελληνικό σχολείο έχασε το στοίχημα να γοητεύσει τους μαθητές, να τους κερδίσει, να τους κάνει να αγαπήσουν τη γνώση, να τους ωθήσει να αναπτύξουν κριτική σκέψη. Πότε οι ιθύνοντες θα το κατανοήσουν και θα αλλάξουν την εικόνα του, τις δομές του, τη φιλοσοφία του;
- Προγραμματισμένη και συστηματική επιμόρφωση των εκπαιδευτικών.
- Σταθερή ανανέωση του περιεχομένου σπουδών.
- Συνεχής αξιολόγηση των σχολικών βιβλίων.
- Και βέβαια, μόνιμη αξιολόγηση των εκπαιδευτικών.


- Οι οκτώ στους δέκα μαθητές λυκείου θεωρούν ότι οι καθηγητές τους δεν είναι επαρκείς για να τους βοηθήσουν ώστε να περάσουν στο πανεπιστήμιο - ένας στόχος «ζωής». Γι' αυτό και θεωρούν απαραίτητο να παρακολουθήσουν φροντιστήριο. Αντίστοιχες είναι και οι απαντήσεις των μαθητών γυμνασίου, αλλά και των γονέων. Επίσης οι μαθητές λυκείου προβάλλουν ως λόγους για να παρακολουθήσουν φροντιστήριο την μεγάλη εξεταστέα ύλη και την ανεπάρκεια του διδακτικού χρόνου.
- Εύλογο, μετά τις προηγούμενες απαντήσεις, είναι ότι δύο στους τρεις μαθητές λυκείου (66%) δήλωσαν ότι το σχολείο ανταποκρίνεται λίγο ή καθόλου στις προσδοκίες τους.
- Οι μαθητές λυκείου και οι γονείς τους αποδίδουν τα προβλήματα πρωτίστως στη δομή και τον χαρακτήρα του συστήματος και, κατά δεύτερο λόγο, στους εκπαιδευτικούς.
- Οι μαθητές (από το δημοτικό έως και το λύκειο) θεωρούν ότι το σχολείο δεν είναι ελκυστικό, μάλιστα όσο μεγαλώνουν τόσο περισσότερο δηλώνουν ότι δεν τους αρέσει ο τρόπος διδασκαλίας και ευρύτερα το σχολείο.
- Τέλος, οι μαθητές ως προς τις υπάρχουσες υποδομές περισσότερο αξιοποιούν τα εργαστήρια ηλεκτρονικών υπολογιστών και τις αθλητικές εγκαταστάσεις παρά τις βιβλιοθήκες και τα εργαστήρια Φυσικής.
Εκπαιδευτικοί: Ποιότητα με αυξήσεις
Συμφωνούν ότι η αξιολόγηση βοηθά στη βελτίωση του εκπαιδευτικού έργου, αλλά πολύ περισσότερο σε αυτό συμβάλλει η αύξηση των μισθών! Αυτά πιστεύουν, μεταξύ άλλων, οι εκπαιδευτικοί. Ειδικότερα, από τις απαντήσεις τους προκύπτουν τα ακόλουθα:
- Ανάμεσα σε εκπαιδευτικούς, διευθυντές σχολείων και σχολικούς συμβούλους, οι εκπαιδευτικοί είναι εκείνοι που λιγότερο απ' όλους θέλουν την αξιολόγηση. Ενδεικτικά, το 95% των σχολικών συμβούλων (οι οποίοι είναι επιφορτισμένοι με την αρμοδιότητα της αξιολόγησης) πιστεύει ότι η αξιολόγηση εξυπηρετεί τη βελτίωση της παρεχόμενης εκπαίδευσης. Την ίδια γνώμη έχει το 90% των γονιών, το 75% των διευθυντών, αλλά μόλις το 61% των εκπαιδευτικών.
- Η μέθοδος αξιολόγησης που προκρίνεται από τους περισσότερους είναι η συλλογική, δηλαδή η αυτοαξιολόγηση της σχολικής μονάδας. Ακολουθεί -σε ποσοστά αποδοχής- ο συνδυασμός εσωτερικής και εξωτερικής αξιολόγησης.
- Επίσης, γονείς, στελέχη αλλά και εκπαιδευτικοί συναινούν ότι πρέπει να αξιολογούνται όσοι κατέχουν διοικητικές θέσεις στην εκπαιδευτική πυραμίδα.
- Για να βελτιωθεί η ποιότητα της εκπαίδευσης οι εκπαιδευτικοί ζητούν αύξηση μισθών και κονδυλίων για υλικοτεχνική υποδομή. Ακριβώς αντίθετη άποψη έχουν οι γονείς, καθώς λίγοι πιστεύουν ότι η ποιότητα θα βελτιωθεί εάν αυξηθούν οι μισθοί των εκπαιδευτικών. Οι περισσότεροι γονείς θεωρούν ότι τα κονδύλια πρέπει να αξιοποιηθούν σε καινούργια βιβλία και διδακτικό υλικό και σε νέα εργαστήρια.
- Οι περισσότεροι εκπαιδευτικοί αξιολογούν τους μαθητές εμπειρικά (86%), ενώ οι συνηθέστεροι τρόποι αξιολόγησης είναι τα προφορικά (91%), τα τεστ (89%) και οι εργασίες των μαθητών (78%).
- Η συντριπτική πλειονότητα των εκπαιδευτικών θεωρεί ότι η επιμόρφωση πρέπει να είναι συνεχής και συστηματική, ενώ στην ουσία απορρίπτεται η πρόταση να γίνεται μία φορά επιμόρφωση μακράς διαρκείας.
- Τη στιγμή που το ελληνικό σχολείο υιοθετεί καινοτόμα προγράμματα με πολύ αργό ρυθμό, οι εκπαιδευτικοί θεωρούν ότι αυτό οφείλεται στο ανελαστικό πρόγραμμα σπουδών, το οποίο καθορίζεται από το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο, και την ελλιπή χρηματοδότηση της Παιδείας. Πάντως, πάνω από το 80% των εκπαιδευτικών πιστεύει ότι τα καινοτόμα εκπαιδευτικά προγράμματα συμβάλλουν στην αναβάθμιση της παρεχόμενης εκπαίδευσης.
- Ως προς το σχολικό περιβάλλον και τις κτιριακές υποδομές, οι περισσότεροι διαμαρτύρονται για έλλειψη χώρων για τα άτομα με ειδικές ανάγκες και αιθουσών εκδηλώσεων.
- Τέλος, οι εκπαιδευτικοί δήλωσαν ότι για την εκπαιδευτική έρευνα που πραγματοποιείται ενημερώνονται κυρίως από το Διαδίκτυο και τα επιστημονικά περιοδικά και λιγότερο από τον σχολικό σύμβουλο και τις επιστημονικές ενώσεις.
Σύμβουλος υπάρχει, αξιολόγηση όχι
Τι φταίει; «Ο μη σαφής προσδιορισμός του θεσμικού πλαισίου οφείλεται, εκτός των άλλων, και στις αντιδράσεις των εκπαιδευτικών και των συνδικαλιστικών φορέων, οι οποίοι αντιμετώπιζαν με καχυποψία και επιφυλακτικότητα τις σχετικές ρυθμίσεις, κυρίως από τον φόβο της επαναφοράς του θεσμού του επιθεωρητή», απαντούν ευθέως οι ερευνητές. Αποτέλεσμα είναι –έστω κι αν υπάρχουν εξαιρέσεις– η συντριπτική πλειονότητα των εκπαιδευτικών να μη δείχνει πρόθυμη να... ξεκουνηθεί απ’ ό,τι έχει μάθει.
Αντίθετα, στην Ευρώπη δίνεται όλο και περισσότερο έμφαση στο ζήτημα της αξιολόγησης του έργου του εκπαιδευτικού. «Η αξιολόγηση της ποιότητας της εκπαίδευσης και της αποτελεσματικότητας του έργου που επιτελείται στη σχολική μονάδα αποτελεί υψηλή προτεραιότητα σε ευρωπαϊκό επίπεδο», αναφέρουν οι αναλυτές και τονίζουν ότι η εσωτερική αξιολόγηση κατοχυρώνεται θεσμικά στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες. Μάλιστα, είναι εντυπωσιακό ότι αν και προαιρετική εφαρμόζεται στη συντριπτική πλειονότητα των σχολείων.
Τρία μοντέλα στην Ευρώπη
Σε γενικές γραμμές, οι πρακτικές αξιολόγησης στην Ευρώπη ακολουθούν ένα από τα τρία ακόλουθα μοντέλα:
- Τον δημόσιο διοικητικό έλεγχο των εκπαιδευτικών ως ατόμων και της εκπαιδευτικής τους πράξης. Το μοντέλο αυτό υλοποιείται μέσα από επιθεώρηση και εξωτερική αξιολόγηση.
- Τον έλεγχο της απόδοσης λόγου του εκπαιδευτικού και του σχολείου στην κοινωνία, με υποτιθέμενους αποδέκτες πάνω απ’ όλα τους γονείς. Η λογική αυτή διέπει για παράδειγμα το σύστημα αξιολόγησης στη Μεγάλη Βρετανία.
- Τη λογική του αυτοελέγχου με στόχο την ανάπτυξη/βελτίωση του σχολείου. Υλοποιείται μέσα από την αυτοαξιολόγηση του έργου του εκπαιδευτικού και της εσωτερικής αξιολόγησης της σχολικής μονάδας. Εφαρμόζεται σε εκπαιδευτικά συστήματα με αποκεντρωτικές τάσεις, όπως για παράδειγμα στη Σουηδία και τη Δανία.
Να αξιολογηθεί όλο το σύστημα
Του Στράτου Στρατηγάκη*
Καμία έκπληξη! Οι μαθητές πιστεύουν, με βάση τα αποτελέσματα της έρευνας, ότι ζουν σε άσχημους αισθητικά χώρους και μαθαίνουν με μη ελκυστικό τρόπο. Αναμενόμενη λοιπόν η δημιουργία των αρνητικών συναισθημάτων. Οσο οι μαθητές μεγαλώνουν και ωριμάζουν τόσο η δυσαρέσκεια αυξάνεται. Συνειδητοποιούν ότι το σχολείο δεν μπορεί να απαντήσει στα ερωτήματα που έχουν για τη ζωή. Αντίθετα απαντά σε ερωτήματα που δεν έθεσαν ποτέ και, φυσικά, δεν τους ενδιαφέρει η απάντησή τους. Γι’ αυτό το ερώτημα προς τους διδάσκοντες είναι πολύ συχνό: «Πού θα μου χρησιμεύσουν εμένα όλ’ αυτά που μαθαίνω;» Το ερώτημα δείχνει πόσο «μακριά» βρίσκεται το σχολείο από τα παιδιά μας. Αναγκαίες λοιπόν οι αλλαγές. Ποιες αλλαγές όμως από ποιους και με ποιο στόχο; Απαραίτητη είναι η συνολική αξιολόγηση του εκπαιδευτικού μας συστήματος για να δούμε πού «πονάει». Τα στελέχη της εκπαίδευσης πιστεύουν ότι είναι πολύ σημαντική η δική τους αξιολόγηση. Αντιλαμβάνονται δηλαδή ότι υπάρχει μεγάλο πρόβλημα στον διοικητικό μηχανισμό. Για να αντιληφθείτε το μέγεθος του προβλήματος σκεφτείτε ότι η διανομή των δωρεάν βιβλίων γίνεται σχεδόν 45 χρόνια, κι όμως ακόμη δεν έχουμε καταφέρει να γίνεται έγκαιρα. Αντίθετα οι εκπαιδευτικοί είναι αυτοί που πιστεύουν, λιγότερο από όλους τους άλλους, ότι η δική τους αξιολόγηση θα βελτιώσει τα πράγματα. Λογικό κι αυτό, αν αναλογιστούμε την κομματοκρατία που ζει και βασιλεύει στον δημόσιο τομέα. Βλέποντας καθημερινά την ανυπαρξία αξιοκρατίας πιστεύουν ότι και η αξιολόγησή τους στo ίδιo πλαίσιo θα κινηθεί. Αξιολόγηση χρειάζονται τα αναλυτικά και τα ωρολόγια προγράμματα, τα βιβλία, αξιολόγηση χρειάζονται οι πολιτικές που ασκούνται στην εκπαίδευση. Ας σταματήσουμε να αλλάζουμε συνεχώς το σύστημα εισαγωγής στις Ανώτατες Σχολές. Αλλού «πονάει» η εκπαίδευσή μας.
* Ο κ. Στρ. Στρατηγάκης είναι μαθηματικός σε λύκειο, ερευνητής.
Ριζική αναβάθμιση της εκπαίδευσης
Του Παυλου Χαραμη*
Οι νέοι δηλώνουν σε μεγάλο βαθμό ότι δεν είναι ικανοποιημένοι από το σχολείο και αυτό δεν είναι καθόλου περίεργο. Ούτε ιδιαίτερο γνώρισμα της ελληνικής εκπαίδευσης. Πρόσφατη έρευνα της βρετανικής ένωσης εκπαιδευτικών ATL έδειξε ότι αρνητικά συναισθήματα, όπως απογοήτευση, άγχος και δυσαρέσκεια χαρακτηρίζουν και το μαθητικό πληθυσμό της Βρετανίας. Τέτοιες προβληματικές καταστάσεις βιώνονται επώδυνα από τους νέους και συχνά οδηγούν σε αυτοκαταστροφικές και αντικοινωνικές συμπεριφορές. Μεγάλο μερίδιο ευθύνης έχει η ίδια η εκπαίδευση. Οι νέοι ωθούνται από πολύ νωρίς σ’ ένα εξουθενωτικό αγώνα δρόμου, όπου στόχος δεν είναι να μορφωθούν, αλλά να επιτύχουν στις εξετάσεις, επιδιώκοντας μια αβέβαιη επαγγελματική αποκατάσταση. Το σχολείο, αντί να προσφέρει ένα ευρύ φάσμα μαθησιακών εμπειριών, επιβάλλει τυποποιημένες διαδικασίες προπαρασκευής για τις εισαγωγικές εξετάσεις. Αλλά και το τι διδάσκεται στην τάξη πρέπει να μας απασχολήσει σοβαρά. Προγράμματα και βιβλία που υπηρετούν τεχνοκρατικές αντιλήψεις, καλλιεργούν τον ανταγωνισμό και ωθούν στην ιδιώτευση, δεν συμβάλλουν στη θεμελίωση μιας κοινωνίας βασισμένης στην αλληλεγγύη και τη συνεργασία. Σημαντικοί τομείς για την ολοκληρωμένη ανάπτυξη της προσωπικότητάς των νέων, όπως η περιβαλλοντική εκπαίδευση, η αγωγή υγείας, η αισθητική καλλιέργεια, η σωματική άσκηση και η αγωγή του πολίτη, συνωστίζονται στο περιθώριο του σχολικού προγράμματος. Περισσότερο από ποτέ επείγει σήμερα η αλλαγή πολιτικών, με στόχο την ενίσχυση του κοινωνικού χαρακτήρα της εκπαίδευσης και των μορφωτικών ευκαιριών για όλα τα παιδιά. Κάτι τέτοιο είναι αδύνατο να επιτευχθεί χωρίς ριζική αναβάθμιση και συνεχή στήριξη της δημόσιας εκπαίδευσης.