συλλογάται καλά».
Ρήγας Βελεστινλής
«Το έθνος πρέπει να μάθει να θεωρεί
εθνικό ό,τι είναι αληθινό».
(Διονύσιος Σολωμός)
ΟΘΩΝ ΕΛΕΩ ΘΕΟΥ ΒΑΣΙΛΕΥΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ
«Θεωρήσαντες ότι η ημέρα της 25 Μαρτίου, λαμπρά καθ' εαυτήν εις πάντα Ελληνα διά την εν εαυτή τελουμένην εορτήν του Ευαγγελισμού της Υπεραγίας Θεοτόκου, είναι προσέτι λαμπρά και χαρμόσυνος διά την κατ' αυτήν την ημέραν έναρξιν του υπέρ της ανεξαρτησίας αγώνος του ελληνικού έθνους, καθιερούμεν την ημέραν ταύτην εις το διηνεκές ως ημέρα ΕΘΝΙΚΗΣ ΕΟΡΤΗΣ».
Εν Αθήναις την 15 Μαρτίου 1838.
ΟΘΩΝ
Ο επί των εκκλησιαστικών κτλ. Γραμματεύς της Επικρατείας
Γ. ΓΛΑΡΑΚΗΣ
Ετσι, πριν από 171 χρόνια, το 1838, και μετά από 17 χρόνια από την κήρυξη της Επανάστασης του 1821, η κυβέρνηση του «ελέω Θεού» βασιλέα της Ελλάδος Οθωνα Βίτελσμπαχ, όρισε την 25η Μάρτη ως μέρα της Εθνικής μας γιορτής με αυτό το βαυαρικό διάταγμα.
Εως τότε όμως, την έκδοση του διατάγματος αυτού, στις 15.3.1838, η εθνική γιορτή είχε καθιερωθεί να γιορτάζεται την Πρωτοχρονιά, σε ανάμνηση της 1ης Γενάρη, που η Πρώτη Εθνική Συνέλευση της Επιδαύρου την 1.1.1822 κήρυξε επίσημα και πανελλαδικά την Εθνική Ανεξαρτησία της Ελλάδος και συνέταξε το πρώτο δημοκρατικό πολίτευμα και το πρώτο Ελληνικό Σύνταγμα1. Ο Οθωνας, όμως, με την αντιδραστική αυλή του και το δεσποτικό καθεστώς, για να κόψει κάθε θεσμό με την Α΄ Εθνική Συνέλευση της Επιδαύρου, που ψήφισε πολίτευμα δημοκρατικό, κατάργησε την Πρωτοχρονιά ως μέρα Εθνικής γιορτής και με το διάταγμά του αυτό αυθαίρετα τη μετέθεσε στις 25 Μάρτη. Ετσι, ταυτίζοντας την Εθνική γιορτή με τη γιορτή της «Υπεραγίας Θεοτόκου», όπως λέει ο Κορδάτος, «η Εθνική γιορτή έχανε τον πολιτικό και επαναστατικό χαρακτήρα και έπαιρνε θρησκευτική απόχρωση»2. Κι αυτό προκύπτει από το ίδιο το Οθωνικό διάταγμα στο οποίο οι συντάκτες του εξαίρουν την 25η Μάρτη ως μέρα λαμπρά του Ευαγγελισμού της «Υπεραγίας Θεοτόκου», και απαράδεκτα αποσιωπούν την αρετή και την επαναστατική τόλμη των Ελλήνων αγωνιστών που κήρυξαν την Επανάσταση του Εικοσιένα, για να διαβούν το πύρινο πέρασμα από την κόλαση της σκλαβιάς, της εξαθλίωσης, της ταπείνωσης και του αφανισμού, με τα δεσμά της αμάθειας και της προκατάληψης, στον κόσμο της Λευτεριάς και της Παλιγγενεσίας με πολύ βαρύ το τίμημα σε αίμα και θυσίες.
«Και πόση επισημότητα δεν ήθελε δώσει η εορτή αυτή εις την Ελλάδα αν μαζί με τον Ευαγγελισμό της εορτής της Θεοτόκου επανηγυρίζετο και η καθίδρυσις του Συντάγματος, η στερέωσις της Ελευθερίας μας αυτής»3.
Η μέρα της Εθνικής γιορτής των Ελλήνων δεν επιβάλλεται αυθαίρετα με το βασιλικό διάταγμα και τη βασιλική σφραγίδα του ξένου Βαυαρού μονάρχη Οθωνα Βίτελσμπαχ, τον οποίο οι προστάτιδες δυνάμεις επέλεξαν, με επίσημα μάλιστα πιστοποιητικά της πνευματικής του καθυστέρησης και τον ενθρόνισαν, στα 1832, στην πλάτη του οξύνοα, δημοκρατικού και αγωνιστή του Εικοσιένα ανυπότακτου ελληνικού λαού, ως «ελέω Θεού» βασιλέα της Ελλάδος, με όλα τα δεινά της Οθωνικής βαυαρικής τυραννίας, που υπέσκαψαν το μέλλον του νεοσύστατου τότε ελληνικού κράτους. Του κράτους, του οποίου ο ελευθερωτής, από τον τουρκικό ζυγό, ήταν ο ελληνικός λαός, του Εικοσιένα, ο ιδρυτής του και ο μόνος κυρίαρχός του, ο οποίος απέβαλε το όνομα του «ραγιά», του υπηκόου της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, με τα δεσμά της σκλαβιάς και της υπακοής, και ξαναπήρε το όνομά του ο Ελληνας, ο ελεύθερος.
Το βαυαρικό Οθωνικό διάταγμα, με το οποίο η 25η Μάρτη, γιορτή του Ευαγγελισμού της Υπεραγίας Θεοτόκου, ορίζεται ως η έναρξη της Επανάστασης του Εικοσιένα και η μέρα αυτή ως επέτειος της Εθνικής μας γιορτής, πλαστογραφεί την Επανάσταση του Εικοσιένα, γιατί από το διάταγμα αυτό έχει αφαιρεθεί η ιστορική αλήθεια.
Στην Ιστορία όμως έχουν καταγραφεί δύο ένοπλες επαναστατικές πράξεις του 182Ι και πριν από τις 25 Μάρτη, η μια στον Ελλαδικό χώρο στις 21.3.1821 και η άλλη έξω από αυτόν στις 22.2.1821. Στις 22.2.1821 ο αρχηγός της Φιλικής Εταιρείας και αρχηγός της Επανάστασης, Αλέξανδρος Υψηλάντης μαζί με τα δύο αδέλφια του και άλλους περνάνε τον Προύθο ποταμό και πατάνε το έδαφος της Μολδαβίας, όπου στο Σκουλένι τους καρτεράνε 200 καβαλαραίοι, με αρχηγούς τους Γεράσιμο Ορφανό και Βασίλη Θεοδώρου, οι οποίοι βροντοφώναζαν «Ζήτω η Λευτεριά», κραυγή που αντηχούσε πέρα ως πέρα, σχίζοντας τα σκοτάδια της νύχτας. Και αμέσως μετά κινάνε για το Γιάσι (Ιάσιο), όπου σ' όλο το δρόμο ήταν τιμητικά παρατεταγμένη η φρουρά του Μιχαήλ Βόδα Σούτσου, ηγεμόνα της Μολδαβίας και όπου στο Γιάσι τυπώθηκαν και κυκλοφόρησαν επαναστατικές προκηρύξεις καλώντας τους Ελληνες στα όπλα4. Και στις 21 Μάρτη 1821 ο Φιλικός και αρχηγός της Επανάστασης της Πάτρας, ο τσαγκάρης Παναγιώτης Καρατζάς, κάλεσε το λαό της Πάτρας στα όπλα και την άλλη μέρα την ελευθέρωσαν6. Ιστορικά λοιπόν η 22η Μάρτη είναι η πρώτη ένοπλη εξέγερση που έγινε στο Μοριά και σε όλη την Ελλάδα το 1821 και η Πάτρα η πρώτη πόλη που ελευθερώθηκε, με αρχηγό τον Παναγιώτη Καρατζά, ύστερα από τέσσερις περίπου αιώνες σκλαβιάς. Η έναρξη λοιπόν της Επανάστασης του Εικοσιένα είναι η 22η Μάρτη και αυτή η μέρα πρέπει να καθιερωθεί ως μέρα Εθνικής γιορτής.
Πέραν αυτού το βαυαρικό Οθωνικό διάταγμα είναι αόριστο και ελλιπές, γι' αυτό και αναξιόπιστο. Οι συντάκτες του αόριστα αναφέρουν ότι η 25η Μάρτη είναι η μέρα της έναρξης του αγώνα για την ανεξαρτησία του ελληνικού γένους, χωρίς να αναφέρουν το έτος της έναρξης του αγώνα, τον τόπο από τον οποίο ξεκίνησε και το πρόσωπο στο οποίο ο λαός εμπιστεύτηκε την επανάστασή του και την κήρυξή της στην κατάλληλη στιγμή. Και ακόμη αποκρύπτουν σκόπιμα την ύπαρξη της μέχρι τότε Εθνικής γιορτής, της Πρωτοχρονιάς, ως επέτειο της 1.1.1822 Εθνικής Συνέλευσης της Επιδαύρου, που κήρυξε την ανεξαρτησία της Ελλάδας, με πολίτευμα δημοκρατικό και με Σύνταγμα. Ετσι καταργεί σιωπηρά την Εθνική γιορτή της Πρωτοχρονιάς, για να μη δικαιολογήσει την κατάργησή της και τον αυθαίρετο καθορισμό της 25ης Μάρτη ως μέρας Εθνικής γιορτής.
Ομως, το ανοσιούργημα της πλαστογράφησης της έναρξης της Επανάστασης στις 25 Μάρτη, με το Οθωνικό διάταγμα, εξακολουθητικά συνεχίζεται να διαπράττεται και μέχρι σήμερα, με το γιορτασμό στις 25 Μάρτη, της επετείου της έναρξης της Επανάστασης του Εικοσιένα.
«Μην κατακρίνετε χωρίς να διαβάσετε, κι αφού
διαβάσετε σκεφθείτε. Αλλά μη σκεφθείτε με το
πνεύμα σας προκαταλημμένο. Η προκατάληψή σας
θα βλάψει περισσότερο εσάς παρά εμένα».
ΑΝΔΡΕΑΣ ΛΑΣΚΑΡΑΤΟΣ
Η πλαστογραφημένη έναρξη της Επανάστασης του Εικοσιένα στις 25 Μάρτη και η καθιέρωση της ημερομηνίας αυτής ως ημέρας της Εθνικής μας γιορτής, με το Οθωνικό διάταγμα της 15.3.1838, που είναι ανέγκυρο και άκυρο, αποτέλεσε την αφορμή και την αφετηρία για το πλάσιμο του μύθου της Αγίας Λαύρας. Και ο μύθος αυτός υφάνθηκε με στημόνι τον εορτασμό της Εθνικής μας γιορτής στις 25 Μάρτη, ως επέτειο της έναρξης της Επανάστασης του Εικοσιένα, στο νήμα του οποίου διαπλέχτηκε το υφάδι της διαστρέβλωσης της αλήθειας ενός περιστατικού, της αιτίας του πηγεμού στην Αγία Λαύρα του Π. Πατρών Γερμανού, του Κερνίκης Προκόπιου και των προεστών της Πάτρας, της Βοστίτσας και των Καλαβρύτων, στις αρχές Μάρτη 1821.
Αιτία για τη δημιουργία του περιστατικού αυτού αποτέλεσε η διαταγή του Καϊμακάνη της Τριπολιτσάς, να πάνε σ' αυτήν και να παρουσιαστούν σ' αυτόν, όλοι οι προύχοντες και οι δεσποτάδες του Μοριά. Και ο Καϊμακάνης, που αντικαθιστούσε τον Χουρσίτ πασά, ο οποίος με εντολή της Πύλης πήγε με στρατό στα Γιάννενα, έβγαλε τη διαταγή αυτή, μέσα Φλεβάρη 1821, ύστερα από προδοσίες και ιδιαίτερα την προδοσία του Σωτήρη Κουγιά, τρανού προύχοντα της Τριπολιτσάς που κατέδωσε ότι οι Ελληνες ετοιμάζουν εξέγερση. Η διαταγή αυτή αναστάτωσε τους προύχοντες και δεσποτάδες, οι οποίοι έκαναν συμβούλια στις επαρχίες τους, για να πάνε ή όχι στην Τριπολιτσά. Πολλοί από αυτούς πήγαν και πλήρωσαν την υπακοή τους αυτή με μαρτυρικό θάνατο, όταν άρχισε το ντουφεκίδι της Λευτεριάς6.
Ομως, ο Π. Πατρών Γερμανός, ο Κερνίκης Προκόπιος και οι προεστοί της Πάτρας και των Καλαβρύτων, φοβούμενοι μήπως οι Τούρκοι είχαν καμιά απόδειξη για την επικείμενη εξέγερση, καθυστερούσαν την αναχώρησή τους. Τελικά ο Π. Πατρών Γερμανός, ο Λόντος και άλλοι πρόκριτοι κίνησαν για την Τριπολιτσά. Στα Καλάβρυτα, όμως, που ανταμώθηκαν και με άλλους προεστούς, ξανασυζήτησαν και ξανασκέφθηκαν τον πηγεμό τους ή όχι στην Τριπολιτσά. Συνειδητοποιώντας τη μεγάλη αλήθεια ότι η Επανάσταση θα ξεσπούσε και χωρίς την έγκρισή τους, θεώρησαν ότι δεν ήταν φρόνιμο να εμπιστευθούν τη ζωή τους στα χέρια των Τούρκων. Ετσι πήραν την απόφαση να μην πάνε στην Τριπολιτσά. Και για να δικαιολογηθούν σοφίστηκαν ένα έξυπνο τέχνασμα. Εγραψαν ένα γράμμα στον εαυτό τους, που τάχα τους το έστειλε ένας Τούρκος φίλος τους από την Τριπολιτσά, ο οποίος τους συμβούλευε να μην πάνε στην Τριπολιτσά, γιατί θα τους σκοτώσει εκεί ο Καϊμακάνης. Το πλαστό αυτό γράμμα το παράδωσαν κρυφά σ' έναν έμπιστό τους, στον οποίο εξήγησαν το ρόλο που θα έπαιζε. Φεύγοντας από εκεί και αφού φθάσει σ' ένα ορισμένο μέρος, να γυρίσει πίσω και όταν τους ανταμώσει στο δρόμο να τους πλησιάσει και να τους δώσει το γράμμα, μπροστά στους Τούρκους που θα είναι μαζί τους, υποκρινόμενος φοβισμένα τον ερχομό του από την Τριπολιτσά. Αφού τακτοποίησαν τα πράγματα, σύμφωνα με τα σχέδια που κατέστρωσαν και αποχαιρέτησαν τον Τούρκο διοικητή των Καλαβρύτων, ξεκίνησαν στις 9 Μάρτη για να πάνε δήθεν στην Τριπολιτσά, συνοδευόμενοι από δικούς τους ανθρώπους, από τον απεσταλμένο Τούρκο του Καϊμακάνη και από ένα δερβίση. Οταν έφθασαν στις Καστάνες, ο άνθρωπός τους με το πλαστό γράμμα τους πλησίασε, υποκρινόμενος τον φοβισμένο οδοιπόρο από την Τριπολιτσά και τους έδωσε το πλαστό γράμμα. Αφού το διάβασαν προσποιήθηκαν τους τρομοκρατημένους και οργισμένοι εξήγησαν το περιεχόμενό του στους Τούρκους συνοδούς, ότι ο Καϊιμακάνης θα τους σκοτώσει στην Τριπολιτσά. Ετσι δικαιολογημένα δε συνέχισαν το δρόμο για την Τριπολιτσά. Επέστρεψαν στα Καλάβρυτα και την άλλη μέρα, 10 Μάρτη 1821, αποφάσισαν και κατέφυγαν για ασφάλειά τους στο Μοναστήρι της Αγίας Λαύρας. Ηταν ο Αρχιεπίσκοπος Π. Πατρών Γερμανός, ο επίσκοπος Κερνίκης Προκόπιος και οι προύχοντες Ανδρέας Ζαΐμης, ο Ασημάκης Φωτήλας, ο Ανδρέας Λόντος, ο Σωτήρης Θεοχαρόπουλος και ο Σωτήρης Χαραλάμπης. Παρά τις διαβεβαιώσεις του Καϊμακάνη ότι τα όσα γράφει ο Τούρκος φίλος τους στο γράμμα είναι ψέματα και τις συστάσεις των άλλων που πήγαν στην Τριπολιτσά να πάνε και αυτοί εκεί, αυτοί δεν πήγαν. Επειδή όμως φοβήθηκαν μήπως όλοι μαζί συναγμένοι στην Αγία Λαύρα κινήσουν τις υποψίες των Τούρκων στα Καλάβρυτα και τους συλλάβουν, αποφάσισαν, για να αποφύγουν τη σύλληψή τους, να κρυφτούν, διασκορπιζόμενοι. Ετσι ο Π. Πατρών Γερμανός και ο Ζαΐμης πήγαν στα Μεζερά (Αίγιο) και οι άλλοι σε άλλα μέρη7.
Οι ιστορικοί της εποχής εκείνης G. Finlay, Σπυρ. Τρικούπης και Ι. Φιλήμονας, στους οποίους θα επανέλθουμε, αναφέρουν ότι γύρω στα 1840 οι κοινωνικοπολιτικές ομάδες, αρχιερείς και πρόκριτοι, άρχισαν την προσπάθεια της παραποίησης των συμβάντων που συνδέονται με τον Π. Πατρών Γερμανό και τους προκρίτους της Αχαΐας και απερίφραστα καταγγέλλουν την πλαστογράφηση της αλήθειας του περιστατικού της μετάβασης και άφιξης του Π. Πατρών Γερμανού και των προεστών της Αχαΐας στην Αγία Λαύρα, αρχές Μάρτη 1821, το οποίο οι ομάδες αυτές απέδωσαν στην κήρυξη της Επανάστασης του Εικοσιένα στην Αγία Λαύρα.
Η παραχάραξη του περιστατικού αυτού έγινε με αφετηρία την έτοιμη πλαστογραφημένη έναρξη της Επανάστασης του Εικοσιένα στις 25 Μάρτη, με το Οθωνικό διάταγμα, που εκδόθηκε στις 15.3.1838. Ετσι οι κοτζαμπάσηδες και ο ανώτερος κλήρος συμπλήρωσαν την πλαστογραφημένη έναρξη της Επανάστασης, με το Οθωνικό διάταγμα, τοποθέτησαν το ξεκίνημα της Επανάστασης στη Μονή της Αγίας Λαύρας των Καλαβρύτων, στην οποία ο Π. Πατρών Γερμανός, ο Κερνίκης Προκόπιος και οι προεστοί της Αχαΐας κήρυξαν την Επανάσταση του Εικοσιένα.
Ετσι πλάστηκε ο μύθος της Αγίας Λαύρας ο οποίος εμφάνιζε τον Π. Πατρών Γερμανό να υψώνει τη σημαία της Επανάστασης στην Αγία Λαύρα, στις 25 Μάρτη, περιστοιχισμένο από κοτζαμπάσηδες και οπλαρχηγούς.
Επισημαίνεται ότι, χωρίς την πλαστογραφημένη έναρξη της Επανάστασης στις 25 Μάρτη και χωρίς την καθιέρωση της μέρας αυτής ως επέτειο της Εθνικής γιορτής, που άρχισε να γιορτάζεται από 25.3.1838 με το Οθωνικό διάταγμα της 15.3.1838, σε καμιά περίπτωση δεν ήταν δυνατόν να πλαστεί ο μύθος της Αγίας Λαύρας. Γιατί ως την έκδοση του διατάγματος γιορταζόταν η Εθνική γιορτή της Πρωτοχρονιάς, ως επέτειος της 1.1.1822, που η Εθνική Συνέλευση της Επιδαύρου ανακήρυξε την ανεξαρτησία της Ελλάδας με πολίτευμα δημοκρατικό. Και οι πλάστες του θρύλου της Αγίας Λαύρας, προύχοντες και ανώτερο ιερατείο, δεν μπορούσαν να καταργήσουν την Εθνική γιορτή της Πρωτοχρονιάς και να πλάσουν την 25η Μάρτη ως έναρξη της Επανάστασης του Εικοσιένα. Η ημέρα όμως αυτή της 25ης Μάρτη από το 1838, έως και σήμερα, γιορτάζεται ως Εθνική επέτειος της έναρξης της Επανάστασης του Εικοσιένα, που ορίστηκε αυθαίρετα στις 25 Μάρτη με το Οθωνικό διάταγμα. Ετσι οι πλάστες του θρύλου της Αγίας Λαύρας άδραξαν την ημέρα της 25ης Μάρτη και την παρουσίασαν στο θρύλο ως μέρα έναρξης της Επανάστασης του Εικοσιένα, με τον Π. Πατρών Γερμανό να υψώνει τη σημαία της Επανάστασης, περιστοιχισμένο από τους προκρίτους της Αχαΐας.
Ο θρύλος της Αγίας Λαύρας δεν κυκλοφόρησε πριν την έκδοση του Οθωνικού διατάγματος στις 15.3.1838, γιατί ακόμη δεν είχε πλαστεί, όπως αποδείχτηκε. Ούτε καν ψίθυρος του μύθου αυτού υπήρχε, ούτε και από κανένα διεστραμμένο εγκέφαλο είχε συλληφθεί. Γιατί οι αδίστακτοι συντάκτες του Οθωνικού διατάγματος θα τολμήσουν να καταγράψουν το μύθο αυτό στο διάταγμα ως ιστορικό γεγονός, συμπληρώνοντας έτσι τα κενά που είχε και ολοκληρώνοντας την πλαστογράφηση της Επανάστασης. Για το ανοσιούργημα αυτό της παραχάραξης του Εικοσιένα, ποιοι και σε ποιον να διαμαρτυρηθούν. Σύνταγμα τότε δεν υπήρχε που να εξασφαλίζει στοιχειώδεις ελευθερίες και οι αγωνιστές του Εικοσιένα βρίσκονταν σε εξοντωτικό διωγμό από την Οθωνική απολυταρχία, με την καρμανιόλα να πλανάται πάνω από τα κεφάλια τους. Μερικοί δε βρίσκονται στη ζωή, άλλοι ήταν στις φυλακές και άλλοι εγκατέλειπαν τα χώματα, που με το αίμα τους ελευθέρωσαν, για να γλιτώσουν από την τρομοκρατία της βαυαρικής κατοχής.
Ο θρύλος της Αγία Λαύρας, κατά τον ιστορικό Ι. Φιλήμονα, κυκλοφόρησε το 1840, χωρίς να ελεγχθεί.
Η διάδοση του θρύλου αυτού βοηθήθηκε από τη ζωγραφική σύνθεση του Βρυζάκη (1814 - 1878) «Υψωσις της σημαίας της Επαναστάσεως εις την Αγίαν Λαύραν», που είναι φανταστική, και φιλοτεχνήθηκε το 1851.
Υστερα από το 1854 ο θρύλος διαδόθηκε πλατιά.
«Τίποτα πιο φανερό και πιο δυνατό από την Αλήθεια
όπως και τίποτα πιο αδύναμο από το ψέμα όσο κι αν κρυφτεί μέσα
στο τρίσβαθο σκοτάδι. Οποιος την αλήθεια ζητάει, γυμνό
βλέπει το πρόσωπό της, γιατί η Αλήθεια ούτε να κρύβεται αγαπά
ούτε κίνδυνο κανένα φοβάται, ούτε τρέμει στις επιβουλές».
ΙΩΑΝΝΗΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ
Ο θρύλος της Αγίας Λαύρας, που εμφανίζει τον Π. Πατρών Γερμανό να υψώνει τη σημαία της Επανάστασης του Εικοσιένα στη μονή της Αγίας Λαύρας των Καλαβρύτων στις 25 Μάρτη 1821, περιστοιχισμένο από προκρίτους, πάει να πάρει τη θέση της αληθινής ιστορίας. Ομως ο θρύλος αυτός, που πρόβαλε τις δύο κοινωνικοπολιτικές ομάδες, προκρίτους και ανώτερο κλήρο, ότι είχαν αυτές την πρωτοβουλία της Επανάστασης και τις προβάλλει ότι μας ελευθέρωσαν, είναι ιστορικά ανεπιβεβαίωτος, εντελώς πλαστός και έχει μόνο μυθικό χαρακτήρα. Η πλαστότητα του θρύλου αυτού κατηγορηματικά και άμεσα στηλιτεύεται από πηγές της εποχής εκείνης, στις οποίες καταγγέλλεται η συνειδητή παραχάραξη της πραγματικής ιστορίας και με άλλα τεκμήρια διαψεύδεται έμμεσα ο θρύλος αυτός.
α) Ο ιστορικός G. Finlay, που έζησε ανάμεσα στους Ελληνες του Εικοσιένα και έγραψε την «Ιστορία της Ελληνικής Επανάστασης» που εκδόθηκε στα αγγλικά το 1861, αφηγείται τα συμβάντα που έγιναν αρχές Μάρτη 1821 και που σχετίζονται με τον Αρχιεπίσκοπο Π. Πατρών Γερμανό, τον επίσκοπο Κερνίκης Προκόπιο και τους προκρίτους της Πάτρας, της Βοστίτσας και των Καλαβρύτων και τα οποία, όπως αναφέραμε, αργότερα οι κοινωνικές ομάδες, πρόκριτοι και το ανώτερο ιερατείο, γύρω στα 1840, τα παραποίησαν και άρχισαν να πλάθουν το θρύλο της Αγίας Λαύρας. Ο ιστορικός αυτός αναφέρει ότι δεν ανταποκρίνεται στην αλήθεια η γενική εντύπωση που επικρατεί στην Ελλάδα πως ο Γερμανός με τους άλλους, μόλις έφθασαν στο μοναστήρι (10 Μάρτη 1821) κήρυξαν την επανάσταση, επιδίωκαν να εξουδετερώσουν τις υποψίες των Τούρκων στα Καλάβρυτα, με το πλαστό γράμμα που τους κοινοποιήθηκε, και για να μη συλληφθούν όλοι μαζί στην Αγία Λαύρα, διασκορπίστηκαν. Και ρητά και κατηγορηματικά προσθέτει: «Η αλήθεια όμως είναι ότι ο λαός εμψυχωμένος από τους Φιλικούς αψήφησε τον κίνδυνο και πήρε τα όπλα ενώ οι άρχοντές του καιροσκοπούσαν»9.
β) Ο ιστορικός Σπ. Τρικούπης το 1840, στον επικήδειο λόγο του προς τον Ανδρέα Ζαΐμη, ανέφερε τη φήμη του θρύλου της Αγίας Λαύρας. Οταν όμως αργότερα εξακρίβωσε την αλήθεια, ως άξιος ερευνητής της ιστορικής μας ζωής, που όλοι οι ιστορικοί ερευνητές, σ' όλη τη διάρκεια της ιστοριογραφίας, θέτουν ως αίτημα την ανεύρεση της ιστορικής αλήθειας, μ' όποια εμπόδια κι αν συναντούν, διαψεύδει τη φήμη του θρύλου της Αγίας Λαύρας. Στη δεύτερη έκδοση του έργου του «Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως» το 1860, με πολλή κατηγορηματικότητα και προφανή οργή, αναφέρει: «Ψευδής είναι η εν Ελλάδι επικρατούσα ιδέα ότι εν τη μονή της Αγίας Λαύρας ανυψώθη κατά το πρώτον η σημαία της ελληνικής επανάστασης, την ιδέαν ταύτην εξέφρασα και εγώ εν τω επικηδείω μου λόγω πριν εξακριβώσω την αλήθεια»9.
γ) Το ίδιο και ο ιστορικός Ι. Φιλήμονας, στο «Δοκίμιο Ιστορικού περί της Ελληνικής Επαναστάσεως» αφηγείται τα συμβάντα. Τη μεθόδευση, με το πλαστό γράμμα, για να μην πάνε στην Τριπολιτσά ο Π. Πατρών Γερμανός, ο Κερνίκης Προκόπιος και οι προεστοί της Αχαΐας, τη μετάβασή τους από τα Καλάβρυτα στην Αγία Λαύρα, στις 10 Μάρτη 1821, για ασφάλειά τους και την απόφασή τους να διασκορπιστούν σε ασφαλή μέρη, για να μη συλληφθούν. Ο Γερμανός με τον Ανδρέα Ζαΐμη πήγαν στα Μεζερά. Και την απόδοση των παραποιημένων συμβάντων ύστερα από 19 χρόνια, από τις κοινωνικές ομάδες (Προύχοντες και ανώτερο Ιερατείο), στην κήρυξη της Επανάστασης, από το Γερμανό και τους άλλους, στην Αγία Λαύρα στις 25 Μάρτη, με προφανή αγανάκτηση τη στηλιτεύει με το χαρακτηρισμό «Ψεύδος παχυλόν»9.
δ) Η κήρυξη της Επανάστασης του Εικοσιένα από τον Π. Πατρών Γερμανό, στην Αγία Λαύρα στις 25 Μάρτη είναι μύθος, «ψεύδος παχυλόν», γιατί δεν υπάρχει καμιά ιστορική πηγή της εποχής εκείνης που να το επιβεβαιώνει. Και γιατί η Επανάσταση ξεκίνησε πριν την 25η Μάρτη, με επίσημα ιστορικά έγγραφα της εποχής εκείνης και δεν κηρύχτηκε από τον Π. Πατρών Γερμανό στην Αγία Λαύρα.
Στις 22 Φλεβάρη, ο αρχηγός της Φιλικής Εταιρείας Αλέξανδρος Υψηλάντης, μαζί με άλλους, κήρυξε την Επανάσταση του Εικοσιένα περνώντας τον Προύθο ποταμό και από το Σκουλένι της Μολδαβίας, με εκατοντάδες καβαλαραίους, πήγαν στο Γιάσι (Ιάσιο) όπου στις 24 Φλεβάρη 1821 τυπώθηκαν και κυκλοφόρησαν επαναστατικές προκηρύξεις, καλώντας το λαό στα όπλα10.
Και στις 21 Μάρτη, ο φιλικός και αρχηγός των επαναστατών της Πάτρας, ο Παναγιώτης Καρατζάς, κάλεσε το λαό της Πάτρας στα όπλα, και με τη μάχη που έδωσαν στο Τάσι, όπου πολλοί Τούρκοι σκοτώθηκαν και όσοι σώθηκαν έτρεξαν στον πύργο και κλείστηκαν σ' αυτόν, ελευθέρωσαν την Πάτρα την άλλη μέρα10. Η επαναστατική αυτή πράξη είναι η πρώτη σ' όλο τον ελλαδικό χώρο και η Πάτρα η πρώτη πόλη της Ελλάδας που ελευθερώθηκε, ύστερα από τέσσερις περίπου αιώνες οθωμανικής σκλαβιάς. Ο λαός γιόρτασε την κατάχτηση της Λευτεριάς του για τρεις μέρες11. Ο Καρατζάς όμως με τον αγνό πατριωτισμό του και τις αξεπέραστες αρχηγικές, πολιτικές και στρατηγικές ικανότητες, που ξεπήδησαν στις κρίσιμες στιγμές, μέσα από τις επαναστατικές φλόγες, που ρίχτηκε σ' αυτές με το λαό της Πάτρας, για την κατάκτηση της Λευτεριάς τους, δε σχημάτισε αμέσως με την απελευθέρωση της Πάτρας Εθνική Συνέλευση, ώστε όλες οι εξουσίες, πολιτικές και στρατιωτικές, να περιέλθουν στο λαό με αρχηγό αυτόν. Αυτό το έκαναν δυναμικά και προκλητικά ο Π. Πατρών Γερμανός και ο Ζαΐμης, που βρίσκονταν στα Μεζερά, με τους άλλους προεστούς της Αχαΐας, οι οποίοι στις 24 Μάρτη, με οπλοφόρους, μπήκαν στην ελευθερωμένη Πάτρα και σχημάτισαν αμέσως μεταξύ τους, αγνοώντας τον ελευθερωτή λαό και τον αρχηγό του, τον Καρατζά, και σχημάτισαν αμέσως μόνοι τους, το «Αχαϊκό Διευθυντήριο», παίρνοντας όλες τις εξουσίες στα χέρια τους. Ετσι μόλις έχασαν τη δοτή εξουσία πάνω στους ομοεθνείς τους, από τα αφεντικά τους τους Τούρκους, αμέσως άρπαξαν την εξουσία από τον κυρίαρχο λαό της Πάτρας και χωρίς τώρα αφεντικά. Και αυτοί οι άσχετοι και οι απόλεμοι, που μπήκαν στην Πάτρα για την αρπαγή της εξουσίας και όχι για την εδραίωση της ελευθερίας, είναι υπόλογοι για το ξαναπέσιμο της Πάτρας στα χέρια των Τούρκων και για τις συμφορές που βρήκαν το λαό.
Και στις 25 Μάρτη, ο Ζαΐμης, ο Λόντος και ο Γερμανός έγραψαν ένα έγγραφο στο οποίο αναφέρουν ότι αποφάσισαν όλοι να πεθάνουν ή να ελευθερωθούν (ενώ αυτοί ήταν απόντες κατά την απελευθερωτική μάχη της Πάτρας), και παρακαλούσαν τα χριστιανικά βασίλεια, που γνώριζαν τα δίκαιά τους, να είναι υπό την εύνοιά τους και την προστασία τους. Και την άλλη μέρα, στις 26 Μάρτη, έστειλαν το έγγραφο αυτό στους προξένους των μεγάλων δυνάμεων, που έδρευαν στην Πάτρα, Αγγλίας, Γαλλίας, Αυστρίας και Ισπανίας. Το έγγραφο αυτό είναι το πρώτο διπλωματικό έγγραφο που εκδόθηκε στην επαναστατημένη Πάτρα12.
Το έγγραφο όμως αυτό αδιάσειστα αποδεικνύει ότι ο Π. Πατρών Γερμανός με τους προεστούς της Αχαΐας, στις 25 Μάρτη, βρισκόντουσαν στην επαναστατημένη Πάτρα και όχι στην Αγία Λαύρα και έτσι καταρρίπτει το θρύλο της Αγίας Λαύρας, ως «ψευδή ιδέα», ότι δηλαδή ο Γερμανός ύψωσε τη σημαία της Επανάστασης στην Αγία Λαύρα στις 25 Μάρτη.
Τη σημαία της Επανάστασης του Εικοσιένα τη σήκωσε στην Πάτρα ο τσαγκάρης Παναγιώτης Καρατζάς, που δεν ανήκε στο αρχοντολόγι ή στους αρχιερείς. Και η ίδια η ιστορία, με τα επίσημα έγγραφά της, ανέκκλητα όρισε την 21η Μάρτη, ως την έναρξη της Επανάστασης του Εικοσιένα και απέβαλε αυτή του θρύλου, την 25η Μάρτη, με τον οποίο τριπλά πλαστογραφείται η ιστορική αλήθεια.
Ακόμη και ο σηκωμός της Καλαμάτας ξέσπασε πριν τις 25 Μάρτη. Στις 23 Μάρτη ο Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης κήρυξε στη Μάνη την επανάσταση και αμέσως οι Μανιάτες οπλισμένοι, με οπλαρχηγούς, ξεκίνησαν για την Καλαμάτα. Ετρεξαν και όσοι κρύβονταν στο μοναστήρι του Αγίου Ηλία, Παπαφλέσσας, Νικηταράς, Αναγνωσταράς και άλλοι. Μπήκαν στην Καλαμάτα και ξεχύθηκαν στους δρόμους γιορτάζοντας τη Λευτεριά. Και ο Πετρόμπεης μηνάει στον Σουλεϊμάν να παραδώσουν όλοι οι Τούρκοι τα άρματά τους, και τα παρέδωσαν. Ο Πετρόμπεης μπήκε με το στρατό της Λευτεριάς στην Καλαμάτα, ύστερα από πρόσκληση του ίδιου του βοεβόδα, χωρίς άργητα, να πάει με στρατό για να τον προφυλάξει από τους κλέφτες που θα διαγούμιζαν την Καλαμάτα, όπως οι μοραΐτες του είπαν εξαπατώντας τον. Αμέσως ορισμένοι της Μεσσηνίας σχημάτισαν την Ανωτάτη Αρχή της Μεσσηνιακής Συγκλήτου, με αρχιστράτηγο των σπαρτιατικών στρατευμάτων τον Πέτρο Μαυρομιχάλη.
Η επαναστατική αυλαία σηκώθηκε όταν ο Νικ. Σουλιώτης, με τον Πετμεζά, και με εντολή του Παπαφλέσσα, χτύπησαν στο Αγρίδι, στις 15 Μάρτη, τρεις γυφτοχαρατζήδες καθώς και τρεις ταχυδρόμους, με γράμματα του Καϊμακάνη της Τριπολιτσάς προς τον Χουρσίτ13. Και ο Παπαφλέσσας έδωσε την εντολή αυτή για να σπρώξει το ξέσπασμα της Επανάστασης, για να προλάβει τυχόν και άλλες προδοσίες. Και ο Χονδρογιάννης, με άδεια του Δημάκη Ζαΐμη χτύπησε στη Χελιδονοσπηλιά τον Σαράφη Ταμβακόπουλο και τον σπαχή Σεϊντή, για να τους πάρει τα χρήματα που κουβαλούσαν και να τα δώσει στον Αγώνα14.
ε) Ο Π. Πατρών Γερμανός στα απομνημονεύματά του και αυτός, όπως και οι τρεις ιστορικοί, αφηγείται το τι σοφίστηκαν, οι προεστοί κι αυτός, για να μην πάνε στην Τριπολιτσά και ότι αφού συσκέφτηκαν αποφάσισαν, για να μη δώσουν αφορμή στους Τούρκους και τους συλλάβουν (για συμμετοχή τους σε εξέγερση), να καταφύγουν ως φοβισμένοι σε ασφαλή μέρη και να περιμένουν εκεί το πώς θα εξελιχθούν τα πράγματα. Και μόνον όταν οι Τούρκοι μεταχειριστούν τα όπλα και βία εναντίον των ομογενών τους τότε εξ ανάγκης να πάρουν και αυτοί τα όπλα15. Δηλαδή ομολογεί ότι καιροσκοπούσαν και επομένως δεν είχαν την πρωτοβουλία της επανάστασης και της κήρυξής της. Και κατά συνέπεια ο Π. Πατρών Γερμανός δε σήκωσε τη σημαία της Επανάστασης στην Αγία Λαύρα, όπως τον εμφανίζει ο θρύλος. Ετσι ο ίδιος ο Γερμανός καταρρίπτει όλο το σαθρό οικοδόμημα του θρύλου της Αγίας Λαύρας και διαψεύδει πειστικά και οριστικά τους μελλοντικούς πλαστογράφους του, προύχοντες και αρχιερείς, που για τα βέβηλα συμφέροντά τους του φόρεσαν συκοφαντικά το αταίριαστο στο κεφάλι του φωτοστέφανο της δόξας, της κήρυξης της Επανάστασης του Εικοσιένα.
Και ακόμη στα απομνημονεύματά του αναφέρει ότι από τα Μεζερά των Καλαβρύτων πήγαν με τον Ανδρέα Ζαΐμη στις 24 Μάρτη στην επαναστατημένη Πάτρα και ότι στις 25 Μάρτη, μαζί με τον Ανδρέα Ζαΐμη και τον Λόντο σύνταξαν το έγγραφο προς τις μεγάλες δυνάμεις15 αποδεικνύει ότι ο Π. Πατρών Γερμανός και οι προεστοί δεν ήταν στις 25 Μάρτη στην Αγία Λαύρα και επομένως δε σήκωσε τη σημαία της Επανάστασης ο Π. Πατρών Γερμανός.
Τα απομνημονεύματα λοιπόν του Π. Πατρών Γερμανού, που αποτελούν την πιο αυθεντική και αδιάψευστη πηγή, αποδεικνύουν το θρύλο της Αγίας Λαύρας ως «ιδέα ψευδή» και «ψεύδος παχυλόν».
Συνεχίζεται
Παραπομπές
1. σελ. 220 «Οθωνας Η Μοναρχία» Δημ. Φωτιάδη
2. σελ. 120, (3, σελ. 120), (5, σελ. 185), (7, σελ. 132-1), (10, σελ.138), (11, σελ.185), (12, σελ. 185-186), «ΜΕΓΑΛΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ»: τόμ. Χ, Γ. Κορδάτου
4. σελ. 387-388), (5, σελ. 31), (6, σελ. 23), (7, σελ. 23-25), (10, σελ. 385-387) (12, σελ. 32), (14, σελ. 32) «Η Επανάσταση του '21», τόμ. Ι. Δημ. Φωτιάδη.